Κυριακή 11 Ιουνίου 2006

Μυθιστόρημα

Γ'
Μέμνησο λουτρών οις ενοσφίσθης

Ξύπνησα με το μαρμάρινο τούτο κεφάλι στα χέρια
που μου εξαντλεί τους αγκώνες και δεν ξέρω πού να
τ' ακουμπήσω.
Έπεφτε το όνειρο καθώς έβγαινα από το όνειρο
έτσι ενώθηκε η ζωή μας και θα είναι πολύ δύσκολο να
ξαναχωρίσει.

Κοιτάζω τα μάτια. Μήτε ανοιχτά μήτε κλειστά
μιλώ στο στόμα που όλο γυρεύει να μιλήσει
κρατώ τα μάγουλα που ξεπέρασαν το δέρμα.
Δεν έχω άλλη δύναμη

τα χέρια μου χάνουνται και με πλησιάζουν
ακρωτηριασμένα.

ΙΗ'

Λυπούμαι γιατί άφησα να περάσει ένα πλατύ ποτάμι
μέσα από τα δάχτυλά μου
χωρίς να πιω ούτε μια στάλα.
Τώρα βυθίζομαι στην πέτρα.
Ένα μικρό πεύκο στο κόκκινο χώμα,
δεν έχω άλλη συντροφιά.
Ό,τι αγάπησα χάθηκε μαζί με τα σπίτια
που ήταν καινούργια το περασμένο καλοκαίρι
και γκρέμισαν με τον αγέρα του φθινοπώρου.

ΚΓ'

Λίγο ακόμα
θα ιδούμε τις αμυγδαλιές ν' ανθίζουν
τα μάρμαρα να λάμπουν στον ήλιο
τη θάλασσα να κυματίζει

λίγο ακόμα,
να σηκωθούμε λίγο ψηλότερα.
ΚΔ'

Εδώ τελειώνουν τα έργα της θάλασσας, τα έργα της αγάπης.
Εκείνοι που κάποτε θα ζήσουν εδώ που τελειώνουμε
αν τύχει και μαυρίσει στη μνήμη τους το αίμα και ξεχειλίσει
ας μη μας ξεχάσουν, τις αδύναμες ψυχές μέσα στ' ασφοδίλια,
ας γυρίσουν προς το έρεβος τα κεφάλια των θυμάτων:

Εμείς που τίποτε δεν είχαμε θα τους διδάξουμε τη γαλήνη.


Δεκέμβρης 1933 - Δεκέμβρης 1934

"Μυθιστόρημα" του Γιώργου Σεφέρη
(από την έκδοση "Γιώργος Σεφέρης, Ποιήματα", Ίκαρος, 1989)

1 σχόλιο:

Κατουρημένη ποδιά είπε...

Για το ποίημα "Γ΄".

Θυμόμουν το ποίημα αποσπασματικά, και έψαχνα να το βρω. Το google με έβγαλε σε σένα, και έτσι το αντιγράφω από το blog σου για τις δικές μου ανάγκες.

Να 'σαι καλά..